Την εποχή της ελεύθερης πρόσβασης στη γνώση παρατηρούμε το παράδοξο φαινόμενο να αισθανόμαστε όλο και συχνότερα ημιμαθείς, αναποτελεσματικοί και ανεπαρκείς. Τις περισσότερες φορές θα αναζητήσουμε τη λύση στην περαιτέρω ενημέρωση – τη συμμετοχή σε ένα ακόμα σεμινάριο ή εκπαιδευτικό πρόγραμμα, τη μελέτη ενός ακόμα βιβλίου ή άρθρου, την παρακολούθηση ενός ακόμα διδακτικού βίντεο – αποδίδοντας την αδυναμία μας να ανταποκριθούμε στην πράξη της καθημερινότητας στην έλλειψη θεωρίας, κάτι το οποίο καταρρίπτεται, μόλις συνειδητοποιήσουμε ότι μετά και από αυτό το σεμινάριο/ πρόγραμμα/ βίντεο τίποτα ουσιαστικό δεν έχει βελτιωθεί στη ζωή μας. Παρακάτω θα δούμε γιατί συμβαίνει αυτό και πώς μπορούμε να το αλλάξουμε.
Η γνώση είναι Δύναμη, όπως έχουμε μάθει, και αυτήν τη δύναμη αναζητούμε κάθε φορά που αισθανόμαστε ανίσχυροι, μικροί, «λίγοι». Οι αφορμές για να αισθανθούμε έτσι στην καθημερινότητά μας είναι αμέτρητες και η πρόσκαιρη ανακούφιση εύκολα και άμεσα διαθέσιμη. Η πληροφοριολαγνεία είναι ένα υπαρκτό φαινόμενο και αποτελεί τροχοπέδη στην επίλυση οποιουδήποτε προβλήματος, μετατοπίζοντας την προσοχή μας από αυτό που πραγματικά λείπει – την ανάληψη δράσης για την επίλυσή του – σε κάτι που ήδη διαθέτουμε. Για κάθε πρόκληση που αντιμετωπίζουμε οι πληροφορίες που έχουμε διαθέσιμες είναι πολύ περισσότερες από αυτές που τελικά ανασύρουμε και αξιοποιούμε. Αυτό λοιπόν το οποίο μας μπλοκάρει στην πράξη θα πρέπει να το αναζητήσουμε αλλού.
Στον αντίποδα λοιπόν της πληροφοριολαγνείας, εκεί όπου γεφυρώνεται το χάσμα ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη, βρίσκεται η κατασκευή νοήματος από μια πληροφορία (ένα δεδομένο, μια ιδέα, ένα συναίσθημα, …) για την οποία ο ανθρώπινος νους χρησιμοποιεί συνοπτικά τα παρακάτω «συστατικά»:
- Ουσία: είναι η απάντηση στα ερωτήματα «τι είναι αυτό;», «ποια είναι τα βασικά/ θεμελιώδη χαρακτηριστικά του;», «ποια είναι τα συστατικά του μέρη;» και αφορά την αντικειμενική και χρονικά σταθερή αποτύπωση του περιεχομένου της πληροφορίας.
- Σημασία: απαντά στο ερώτημα «πώς αλληλεπιδρά αυτό με όσα ήδη είμαι/ γνωρίζω/ κάνω;» και αφορά στην υποκειμενική και περιστασιακή ερμηνεία που αποδίδουμε στο περιεχόμενο της πληροφορίας.
- Λεκτική αποτύπωση: απαντά στο ερώτημα «πώς λέγεται αυτό;» και συμβολοποιεί την πληροφορία με τη χρήση του γλωσσικού κώδικα, εμπλουτίζοντάς τη σημασία του αλλά και αντλώντας από αυτόν επιπλέον νόημα.
- Συσχετισμοί: απαντούν στην ερώτηση «με τι άλλο συνδέεται αυτό και πώς;» και αποτυπώνει τη θέση που θα καταλάβει η νέα πληροφορία ανάμεσα στις άλλες, όπως και την ποσότητα και την ποιότητα των συνδέσμων της με αυτές.
- Παραλλαγές: απαντούν στην ερώτηση «ποιες άλλες μορφές/ εκδοχές/ αποχρώσεις έχει αυτό;» και αποτυπώνουν τις μικρότερες πιθανές διαφορές με τις οποίες μπορεί να παρουσιαστεί η εν λόγω πληροφορία χωρίς να μεταβληθεί η ουσία της· μαζί με τους συσχετισμούς βοηθούν στην κατηγοριοποίηση της πληροφορίας εντός του γνωστικού μας συστήματος.
- Σκοπός: είναι ο λόγος ύπαρξης για κάθε τι και αποτελεί την απάντηση σε μια σειρά διαδοχικών «γιατί».
- Νοητικά μοντέλα: απαντούν στην ερώτηση «πώς δουλεύει αυτό/ πώς εφαρμόζεται;» και αποτελούν την εσωτερικευμένη αναπαράσταση της πραγματικότητας με ενσωματωμένη τη νέα πληροφορία· τα νοητικά μας μοντέλα είναι ο λόγος που σκεπτόμαστε με τον έναν και όχι με τον άλλο τρόπο.
Στις σύγχρονες λοιπόν επιταγές για διά βίου μάθηση, αυτοβελτίωση, υψηλές επιδόσεις και αποτελεσματικότητα η απάντηση δε βρίσκεται στη συλλογή περισσότερων πληροφοριών, αλλά στην εκτενή νοηματοδότηση αυτών που έχουμε ήδη αποκτήσει. Πρόκειται για μια διαδικασία ενσωματωμένη σε κάθε στάδιο της coaching προσέγγισης του EnDyname. Απαντώντας στις παραπάνω ερωτήσεις για κάθε φαινομενικά ανεπαρκή πληροφορία που μπορούμε να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας ξεκινούμε το χτίσιμο της γέφυρας μεταξύ θεωρίας και πράξης, ανακαλύπτουμε έως τώρα δυσδιάκριτες δυνατότητες και επιλογές, απελευθερώνουμε τη σκέψη μας επιτρέποντάς της το δώρο της μοναδικής, υποκειμενικής ευρηματικότητάς μας και συνεισφέρουμε τα μέγιστα στη ζωή μας και τη ζωή των ανθρώπων γύρω μας.